FAQs About the word dallies

αναβάλλει

to act playfully, linger sense 1, dawdle, to play amorously, to deal lightly, to waste time, linger, dawdle

παίζει,απολαύσεις,σκανταλιές,παίζει ανέμελα,ανέκδοτα,ευχαριστώ,χαλαρώνει,γελά,Αθλήματα,καθυστερεί

πόνοι,βαδίζω αργά και βαριά,αγώνες,ιδρώτας,Κόποι,έργα,δουλοπάροικοι,στελέχη

dales => Κοιλάδες, daises => μαργαρίτες, daimons => δαίμονες, daimones => δαίμονες, daily dozen => καθημερινή ντουζίνα,