Greek Meaning of coverlet
κάλυμμα
Other Greek words related to κάλυμμα
Nearest Words of coverlet
- covering material => Υλικό επικάλυψης
- covering letter => Συνοδευτική επιστολή
- covering fire => Καταιγισμός πυρός
- covering => κάλυψη
- covered wagon => καλυμμένο κάρο
- covered stand => Σκεπαστό περίπτερο
- covered stadium => Κλειστό γήπεδο
- covered smut => Σκεπασμένοι καρβίδες
- covered option => Καλυμμένη επιλογή
- covered couch => Καλυμμένος καναπές
Definitions and Meaning of coverlet in English
coverlet (n)
a decorative bedspread (usually quilted)
FAQs About the word coverlet
κάλυμμα
a decorative bedspread (usually quilted)
Παπλωματοθήκη,κουβέρτα,πάπλωμα,κουβέρτα,Κάλυμμα κρεβατιού,Κλινοσκεπάσματα,ρούχα,παρηγορητής,χαπ,διαδίδω
No antonyms found.
covering material => Υλικό επικάλυψης, covering letter => Συνοδευτική επιστολή, covering fire => Καταιγισμός πυρός, covering => κάλυψη, covered wagon => καλυμμένο κάρο,