Greek Meaning of comptometer
Κομπτόμετρο
Other Greek words related to Κομπτόμετρο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of comptometer
- comptograph => Κομπτόγραφος
- compromising => ανένδοτος
- compromiser => συμβιβαστικός
- compromise verdict => συμβιβαστική ετυμηγορία
- compromise => συμβιβασμός
- comprise => συμπεριλαμβάνουν
- compressor => συμπιεστής
- compression projectile => Πυροβόλο συμπίεσης
- compression fracture => Σπασμός θλίψης
- compression bandage => Επίδεση συμπίεσης
- compton => Κόμπτον
- comptonia => Κομπτόνια
- comptonia asplenifolia => Comptonia asplenifolia
- comptonia peregrina => Κομπτονία η ξενική
- comptroller => ελεγκτής
- comptroller general => γενικός ελεγκτής
- comptroller of the currency => ελεγκτής νομίσματος
- comptrollership => Ελεγκτική Αρχή
- compulsion => Ανάγκη
- compulsive => καταναγκαστικός
Definitions and Meaning of comptometer in English
comptometer (n.)
A calculating machine; an arithmometer.
FAQs About the word comptometer
Κομπτόμετρο
A calculating machine; an arithmometer.
No synonyms found.
No antonyms found.
comptograph => Κομπτόγραφος, compromising => ανένδοτος, compromiser => συμβιβαστικός, compromise verdict => συμβιβαστική ετυμηγορία, compromise => συμβιβασμός,