Greek Meaning of civil rights activist
Ακτιβιστής για τα πολιτικά δικαιώματα
Other Greek words related to Ακτιβιστής για τα πολιτικά δικαιώματα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of civil rights activist
- civil right => Πολιτικά δικαιώματα
- civil order => Αστική τάξη
- civil officer => Δημόσιος υπάλληλος
- civil marriage => Πολιτικός γάμος
- civil list => Πολιτική λίστα
- civil liberty => πολιτικές ελευθερίες
- civil libertarian => Υπερασπιστής των αστικών ελευθεριών
- civil leader => Πολιτικός ηγέτης
- civil law => Αστικό δίκαιο
- civil engineering => Πολιτικός μηχανικός
- civil rights leader => Ακτιβιστής των πολιτικών δικαιωμάτων
- civil rights movement => Κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα
- civil rights worker => Εργάτης πολιτικών δικαιωμάτων
- civil servant => δημόσιος υπάλληλος
- civil service => δημόσια διοίκηση
- civil service commission => Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης
- civil service reform => Μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα
- civil suit => αστική αγωγή
- civil time => Πολιτικός χρόνος
- civil union => Σύμφωνο συμβίωσης
Definitions and Meaning of civil rights activist in English
civil rights activist (n)
a leader of the political movement dedicated to securing equal opportunity for members of minority groups
FAQs About the word civil rights activist
Ακτιβιστής για τα πολιτικά δικαιώματα
a leader of the political movement dedicated to securing equal opportunity for members of minority groups
No synonyms found.
No antonyms found.
civil right => Πολιτικά δικαιώματα, civil order => Αστική τάξη, civil officer => Δημόσιος υπάλληλος, civil marriage => Πολιτικός γάμος, civil list => Πολιτική λίστα,