Greek Meaning of chief justice
Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου
Other Greek words related to Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου
Nearest Words of chief justice
- chief joseph => αρχηγός Τζόζεφ
- chief hare => Αρχηγός λαγός
- chief financial officer => Οικονομικός διευθυντής
- chief executive officer => διευθύνων σύμβουλος
- chief executive => διευθύνων σύμβουλος
- chief constable => αρχηγός αστυνομίας
- chief baron => αρχιβαρώνος
- chief assistant => Ο κύριος βοηθός
- chief => αρχηγός
- chidingly => επιτιμητικά
- chief of staff => Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου
- chief of state => Αρχηγός κράτους
- chief operating officer => γενικός διευθυντής λειτουργιών
- chief petty officer => Αρχικελευστής
- chief secretary => Επικεφαλής γραμματέας
- chiefage => αρχηγία
- chiefest => ο σπουδαιότερος
- chief-justiceship => Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου
- chiefless => ακέφαλος
- chiefly => κυρίως
Definitions and Meaning of chief justice in English
chief justice (n)
the judge who presides over a supreme court
chief justice ()
The presiding justice, or principal judge, of a court.
FAQs About the word chief justice
Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου
the judge who presides over a supreme courtThe presiding justice, or principal judge, of a court.
Περιφερειακός δικαστής,ειρηνοδίκης,ελεγκτής,παγκάκι,Κριτής,νομικός,Δικαιοσύνη,δικαστής,ιπποκόμος,διαιτητής
No antonyms found.
chief joseph => αρχηγός Τζόζεφ, chief hare => Αρχηγός λαγός, chief financial officer => Οικονομικός διευθυντής, chief executive officer => διευθύνων σύμβουλος, chief executive => διευθύνων σύμβουλος,