FAQs About the word chastener

τροχοποιός

One who chastens.

τιμωρώ,τιμωρείν,Σωστό,επικρίνω,Πειθαρχία,καλό,τιμωρώ,πρόταση,αξιολογώ,τιμωρώ

δικαιολογία,Χάνομαι,συγχώρεση,εφεδρικό,απαλλάσσω,μετακίνηση,Καταβαίνω,λύτρα,Απελευθέρωση,δικαιώνω

chastened => Τιμωρημένος, chasten => τιμωρώ, chastely => αγνά, chaste => αγνός, chast => αγνός,