Greek Meaning of chalk (up)
κιμωλία
Other Greek words related to κιμωλία
Nearest Words of chalk (up)
Definitions and Meaning of chalk (up) in English
chalk (up)
attain, achieve, ascribe, credit
FAQs About the word chalk (up)
κιμωλία
attain, achieve, ascribe, credit
αποδίδει,χαρακτηριστικό,ενοχή,πίστωση,χρεώνω,τοποθετώ,στερεώνω (σε),βάλω κάτω,διαπιστεύω,εκχωρώ
(αποτυγχάνω (σε)),κάτω,νοσταλγώ,χάσει
chalets => σαλέ, chaises => καρέκλες, chairwomen => πρόεδρος συνεδρίασης, chairs => Καρέκλες, chairpersons => πρόεδροι,