FAQs About the word chairwomen

πρόεδρος συνεδρίασης

a woman who serves as chairperson, a woman who conducts a meeting

πρόεδροι,πρόεδροι,Καρέκλες,πρόεδροι,προεδρεύοντες,συνπροεδροι,Συνπρόεδροι,συνπροεδροι,συνπροέδροι,συνπροέδροι

No antonyms found.

chairs => Καρέκλες, chairpersons => πρόεδροι, chain stores => Αλυσίδες καταστημάτων, chain reactions => αλυσιδωτές αντιδράσεις, chagrins => στενοχώριες,