Greek Meaning of centralistic
κεντρικός
Other Greek words related to κεντρικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of centralistic
- centralist => κεντρώος
- centralism => Κεντρική διακυβέρνηση
- centralising => συγκεντρωτισμός
- centralised => κεντρικό
- centralise => κεντροποιώ
- centralisation => Κεντροποίηση
- centrale => Κεντρική
- central vision => Κεντρική όραση
- central veins of liver => κεντρικές φλέβες ήπατος
- central vein of suprarenal gland => Κεντρική φλέβα του επινεφριδίου
Definitions and Meaning of centralistic in English
centralistic (a)
advocating centralization
FAQs About the word centralistic
κεντρικός
advocating centralization
No synonyms found.
No antonyms found.
centralist => κεντρώος, centralism => Κεντρική διακυβέρνηση, centralising => συγκεντρωτισμός, centralised => κεντρικό, centralise => κεντροποιώ,