Greek Meaning of cash account
Λογαριασμός μετρητών
Other Greek words related to Λογαριασμός μετρητών
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cash account
- cash => μετρητά
- casey stengel => Κέισι Στένγκελ
- casey jones => Κέισι Τζόουνς
- caseworm => Σωληνιάρης
- caseworker => κοινωνικός λειτουργός
- casework => κοινωνική εργασία
- caseum => Κασεώδες
- case-to-infection ratio => Λόγος περίπτωσης-μόλυνσης
- case-to-infection proportion => Αναλογία περιστατικών προς μόλυνση
- casern => Στρατόπεδο
- cash advance => προκαταβολή μετρητών
- cash bar => Μπαρ με μετρητά
- cash basis => λογιστική ταμειακής βάσης
- cash card => μετρητα
- cash cow => αγελάδα μετρητών
- cash crop => Καλλιέργεια εμπορικής αξίας
- cash dispenser => αυτόματο μηχάνημα ανάληψης μετρητών
- cash equivalent => ισοδύναμα μετρητών
- cash flow => ταμειακές ροές
- cash in => εξαργυρώσω
Definitions and Meaning of cash account in English
cash account (n)
an account with a securities brokerage whose transactions are settled on a cash basis
FAQs About the word cash account
Λογαριασμός μετρητών
an account with a securities brokerage whose transactions are settled on a cash basis
No synonyms found.
No antonyms found.
cash => μετρητά, casey stengel => Κέισι Στένγκελ, casey jones => Κέισι Τζόουνς, caseworm => Σωληνιάρης, caseworker => κοινωνικός λειτουργός,