Greek Meaning of carmichael
Κάρμαϊκλ
Other Greek words related to Κάρμαϊκλ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of carmichael
- carmelite order => Τάγμα του Καρμήλου
- carmelite => Καρμηλίτης
- carmelin => Καρμελίτης
- car-mechanic => μηχανικός αυτοκινήτων
- carman => καραβανιστής
- carmaker => αυτοκινητοβιομηχανία
- carmagnole => Καρμανιόλα
- carlyle => Καρλάιλ
- carlsbad caverns national park => Εθνικό Πάρκο Σπηλαίων Κάρλσμπαντ
- carlsbad caverns => Σπήλαια Κάρλσμπαντ
Definitions and Meaning of carmichael in English
carmichael (n)
United States songwriter (1899-1981)
FAQs About the word carmichael
Κάρμαϊκλ
United States songwriter (1899-1981)
No synonyms found.
No antonyms found.
carmelite order => Τάγμα του Καρμήλου, carmelite => Καρμηλίτης, carmelin => Καρμελίτης, car-mechanic => μηχανικός αυτοκινήτων, carman => καραβανιστής,