Greek Meaning of carboxide
Καρβοξειδή
Other Greek words related to Καρβοξειδή
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of carboxide
- carbostyril => Καρβοστυρίλιο
- carborundum cloth => Λινόχαρτο με καρβίδιο πυριτίου
- carborundum => Καρβίδιο του πυριτίου
- carbonylic => Καρβονυλικός
- carbonyl group => Καρβονυλική ομάδα
- carbonyl => Καρβονύλιο
- carbonous => ανθρακούχος
- carbonometer => άνθρακομετρητής
- carbonnade flamande => Καρμπονάδα Φλαμανδική
- carbonizing => καρβονίζοντας
- carboxyl => καρβοξύλιο
- carboxyl group => Καρβοξυλική ομάδα
- carboxylate => Καρβοξυλικό
- carboxylic => καρβοξυλικό οξύ
- carboxylic acid => Καρβοξυλικό οξύ
- carboxymethyl cellulose => Καρβοξυμεθυλοκυτταρίνη
- carboy => Νταμιτζάνα
- carbuncle => Καρβούνκουλος
- carbuncled => διακοσμημένος με ρουμπίνια
- carbuncular => καρβουλο
Definitions and Meaning of carboxide in English
carboxide (n.)
A compound of carbon and oxygen, as carbonyl, with some element or radical; as, potassium carboxide.
FAQs About the word carboxide
Καρβοξειδή
A compound of carbon and oxygen, as carbonyl, with some element or radical; as, potassium carboxide.
No synonyms found.
No antonyms found.
carbostyril => Καρβοστυρίλιο, carborundum cloth => Λινόχαρτο με καρβίδιο πυριτίου, carborundum => Καρβίδιο του πυριτίου, carbonylic => Καρβονυλικός, carbonyl group => Καρβονυλική ομάδα,