Greek Meaning of carbostyril
Καρβοστυρίλιο
Other Greek words related to Καρβοστυρίλιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of carbostyril
- carborundum cloth => Λινόχαρτο με καρβίδιο πυριτίου
- carborundum => Καρβίδιο του πυριτίου
- carbonylic => Καρβονυλικός
- carbonyl group => Καρβονυλική ομάδα
- carbonyl => Καρβονύλιο
- carbonous => ανθρακούχος
- carbonometer => άνθρακομετρητής
- carbonnade flamande => Καρμπονάδα Φλαμανδική
- carbonizing => καρβονίζοντας
- carbonized => άνθρακα
- carboxide => Καρβοξειδή
- carboxyl => καρβοξύλιο
- carboxyl group => Καρβοξυλική ομάδα
- carboxylate => Καρβοξυλικό
- carboxylic => καρβοξυλικό οξύ
- carboxylic acid => Καρβοξυλικό οξύ
- carboxymethyl cellulose => Καρβοξυμεθυλοκυτταρίνη
- carboy => Νταμιτζάνα
- carbuncle => Καρβούνκουλος
- carbuncled => διακοσμημένος με ρουμπίνια
Definitions and Meaning of carbostyril in English
carbostyril (n.)
A white crystalline substance, C9H6N.OH, of acid properties derived from one of the amido cinnamic acids.
FAQs About the word carbostyril
Καρβοστυρίλιο
A white crystalline substance, C9H6N.OH, of acid properties derived from one of the amido cinnamic acids.
No synonyms found.
No antonyms found.
carborundum cloth => Λινόχαρτο με καρβίδιο πυριτίου, carborundum => Καρβίδιο του πυριτίου, carbonylic => Καρβονυλικός, carbonyl group => Καρβονυλική ομάδα, carbonyl => Καρβονύλιο,