Greek Meaning of bureaucratic
γραφειοκρατικός
Other Greek words related to γραφειοκρατικός
Nearest Words of bureaucratic
- bureaucrat => Γραφειοκράτης
- bureaucracy => Γραφειοκρατία
- bureau of the census => Γραφείο Απογραφής των Ηνωμένων Πολιτειών
- bureau of justice statistics => Γραφείο Στατιστικών Δικαιοσύνης
- bureau of justice assistance => Γραφείο Δικαστικής Συνδρομής
- bureau of intelligence and research => Γραφείο Πληροφοριών και Έρευνας
- bureau of engraving and printing => Γραφείο Χάραξης και Εκτύπωσης
- bureau of diplomatic security => Γραφείο Διπλωματικής Ασφάλειας
- bureau of customs => τελωνείο
- bureau of alcohol tobacco and firearms => Γραφείο Αλκοόλης, Καπνού και Πυροβόλων Όπλων
Definitions and Meaning of bureaucratic in English
bureaucratic (a)
of or relating to or resembling a bureaucrat or bureaucracy
bureaucratic (a.)
Alt. of Bureaucratical
FAQs About the word bureaucratic
γραφειοκρατικός
of or relating to or resembling a bureaucrat or bureaucracyAlt. of Bureaucratical
διοικητικός,κυβερνητικός,Κοινοβουλευτικό,Σκηνοθετικό,εκτελεστικός,διοικητικός,υπουργικός,επίσημος,ρυθμιστικός,Εποπτικό
Μη εποπτευόμενος,Μη διευθυντικός
bureaucrat => Γραφειοκράτης, bureaucracy => Γραφειοκρατία, bureau of the census => Γραφείο Απογραφής των Ηνωμένων Πολιτειών, bureau of justice statistics => Γραφείο Στατιστικών Δικαιοσύνης, bureau of justice assistance => Γραφείο Δικαστικής Συνδρομής,