Greek Meaning of bullfaced
ταυροειδής
Other Greek words related to ταυροειδής
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of bullfaced
- bulletproof vest => Αλεξίσφαιρο γιλέκο
- bullet-proof => Αντιασφυξιογόνο
- bulletproof => αλεξίσφαιρος
- bulletin board system => Ηλεκτρονικός πίνακας ανακοινώσεων
- bulletin board => Πίνακας ανακοινώσεων
- bulletin => δελτίο
- bullet-headed => κεφαλή βλήματος
- bullethead => σφαίρα
- bullet vote => Ψήφος όλες ή τίποτα
- bullet train => Ταχεία αμαξοστοιχία
Definitions and Meaning of bullfaced in English
bullfaced (a.)
Having a large face.
FAQs About the word bullfaced
ταυροειδής
Having a large face.
No synonyms found.
No antonyms found.
bulletproof vest => Αλεξίσφαιρο γιλέκο, bullet-proof => Αντιασφυξιογόνο, bulletproof => αλεξίσφαιρος, bulletin board system => Ηλεκτρονικός πίνακας ανακοινώσεων, bulletin board => Πίνακας ανακοινώσεων,