FAQs About the word buccaneerish

πειρατικός

Like a buccaneer; piratical.

πειρατής,κουρσάρος,πειρατής,Κορσάρος,ληστής,Ληστευτής,ληστής,ληστής,επιδρομέας,ληστής

No antonyms found.

buccaneering => λαφυραγωγία, buccaneer => Πειρατής, buccan => Μπουκανιέρης, buccal cavity => Στοματική κοιλότητα, buccal artery => Στοματική αρτηρία,