Greek Meaning of boobing
boobing
Other Greek words related to boobing
- αδέξιος
- αδέξιος
- σκοντάφτοντας
- σκόνταμμα
- χάνοντας την μπάλα
- εσφαλμένος
- χαντακώνω
- αφράτος
- Μόρυνση
- χαλάω (πάνω)
- γεννώ ένα αυγό
- Καταστροφή
- χάνοντας (πάνω)
- μπερδεύω
- παρεξήγηση
- Μάφιν
- κούνημα
- χαντακώνω
- Αστοχία
- ταλαντευόμενο
- καταστροφή
- αδέξιος
- Σφαγή
- κλώτσημα
- ζάρωμα
- εσφαλμένος υπολογισμός
- παρεξήγηση
- παρερμηνεία
- σφάλμα μέτρησης
- λάθη υποδείξεων
- αποτιμώντας εσφαλμένα
- εσφαλμένη εκτίμηση
- κακή εκτίμηση
- κακομεταχείριση
- ερμηνεύω λανθασμένα
- Λανθασμένη κρίση
Nearest Words of boobing
Definitions and Meaning of boobing in English
boobing
a stupid awkward person, breast, mistake, blunder, boor, philistine, goof sense 2
FAQs About the word boobing
Definition not available
a stupid awkward person, breast, mistake, blunder, boor, philistine, goof sense 2
αδέξιος,αδέξιος,σκοντάφτοντας,σκόνταμμα,χάνοντας την μπάλα,εσφαλμένος,χαντακώνω,αφράτος,Μόρυνση,χαλάω (πάνω)
No antonyms found.
boobed => Έκανα ένα λάθος, bonnes => καλές, bonks => χτυπήματα, bonking => σύγκρουση, bonked => χτυπημένο,