FAQs About the word barkeep

Μπαρμαν

an employee who mixes and serves alcoholic drinks at a bar

Μπαρμαν,Μπαρτέντερ,Σερβιτόρα,σερβιτόρος,σερβιτόρος,Μετρ,maître d',διακομιστής,σομελιέ,Υπάλληλος καμπίνας

No antonyms found.

barked => Γαύγισμα, barkbound => φλοιώδης, barkantine => μπάρκα, bark louse => Κοκκοειδή, bark beetle => Σκορμπίνα,