Greek Meaning of anticor
Αντιοξειδωτικό
Other Greek words related to Αντιοξειδωτικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of anticor
- anticonvulsive => αντιεπιληπτικό
- anticonvulsant drug => Αντιεπιληπτικό φάρμακο
- anticonvulsant => αντιεπιληπτικό
- anticontagious => μη μεταδοτικός
- anticonstitutional => αντισυνταγματικός
- anticoherer => αντι-συνοχέας
- anticoagulative => Αντιπηκτικό
- anticoagulation => Αντιπηκτικό
- anticoagulant medication => αντιπηκτικά
- anticoagulant => Αντιπηκτικό
- anticous => αντιθετικός
- anticyclone => αντικυκλώνας
- anticyclonic => Αντικυκλωνικός
- antidepressant => Αντικαταθλιπτικό
- antidepressant drug => Αντικαταθλιπτικό φάρμακο
- antidiabetic => αντιδιαβητικό
- antidiabetic drug => Αντιδιαβητικό φάρμακο
- antidiarrheal => Αντιδιαρροϊκό
- antidiarrheal drug => Αντιδιαρροϊκό φάρμακο
- antidiphtheritic => αντιδιφθεριτικός
Definitions and Meaning of anticor in English
anticor (n.)
A dangerous inflammatory swelling of a horse's breast, just opposite the heart.
FAQs About the word anticor
Αντιοξειδωτικό
A dangerous inflammatory swelling of a horse's breast, just opposite the heart.
No synonyms found.
No antonyms found.
anticonvulsive => αντιεπιληπτικό, anticonvulsant drug => Αντιεπιληπτικό φάρμακο, anticonvulsant => αντιεπιληπτικό, anticontagious => μη μεταδοτικός, anticonstitutional => αντισυνταγματικός,