Greek Meaning of amateurishly
ερασιτεχνικά
Other Greek words related to ερασιτεχνικά
Nearest Words of amateurishly
Definitions and Meaning of amateurishly in English
amateurishly (r)
in an amateurish manner
FAQs About the word amateurishly
ερασιτεχνικά
in an amateurish manner
αναποτελεσματικά,ανεπαρκώς,Ανεπίτηδες,φτωχά,αδέξια,αφελή,αδέξια,Αδέξια,ακατάλληλα,αδέξια
ικανοποιητικά,επιδέξια,εύστοχα,επιδέξια,ικανοί,ικανά,επιδέξια,επιδέξια,δεξιοτεχνικά,επιδέξια
amateurish => ερασιτεχνικός, amateur => ερασιτέχνης, amaterasu omikami => Αματεράσου Ομικαμί, amaterasu => Αματεράσου, amate => αματίτης,