Greek Meaning of acute accent
οξεία
Other Greek words related to οξεία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of acute accent
- acute angle => Οξεία γωνία
- acute anterior poliomyelitis => Οξεία πρόσθια πολιομυελίτιδα
- acute brain disorder => οξεία διαταραχή εγκεφάλου
- acute gastritis => Οξεία γαστρίτιδα
- acute glaucoma => Οξύ γλαύκωμα
- acute glossitis => Οξεία γλωσσίτιδα
- acute hemorrhagic encephalitis => Οξύ αιμορραγικό εγκεφαλίτιδα
- acute inclusion body encephalitis => Οξεία εγκεφαλίτιδα με ενδοκυτταρικές εγκλείσεις
- acute kidney failure => Οξεία νεφρική ανεπάρκεια
- acute leukemia => Οξεία μυελοειδής λευχαιμία
Definitions and Meaning of acute accent in English
acute accent (n)
a mark placed above a vowel to indicate pronunciation
FAQs About the word acute accent
οξεία
a mark placed above a vowel to indicate pronunciation
No synonyms found.
No antonyms found.
acute => οξύς, acutangular => Οξύγωνος, acustumaunce => συνήθεια, acupuncture => Βελονισμός, acupuncturation => Βελονισμός,