Greek Meaning of abstain (from)

απέχεται (από)

Other Greek words related to απέχεται (από)

Definitions and Meaning of abstain (from) in English

abstain (from)

No definition found for this word.

FAQs About the word abstain (from)

απέχεται (από)

αποφεύγω,(κρατώ μακριά),απέχω (από),κρατώ (από),αρνούμαι,ανέχεσθαι,παραιτούμαι,εγκαταλείπω,απαρνηθώ,έλεγχος

Υποκλίνομαι,υποχωρώ (σε),υποβάλλω (σε),succumb (to),παραδίδομαι (σε),υποχωρώ,αποδέχομαι,παραδεχτώ (σε),παραδίδω,υποκύπτω (σε κάποιον/κάτι)

absorptions => απορροφήσεις, absorbant => απορροφητικός, absolutions => άφεσεις αμαρτιών, absents oneself => απών από τον εαυτό του, absented oneself => απουσίασε,