FAQs About the word abloom

ανθισμένος

bursting into flowerIn or into bloom; in a blooming state.

ανθισμένος,Ανθώδης,ανθισμένο,λουλουδένιος,ανθηρός,ανθισμένος

No antonyms found.

ablism => Αναπηρισμός, ablins => ίσως, abligurition => Αμπιγκουρισιόν, abligate => υποχρεώνω, ablet => γαύρος,