FAQs About the word wild man

Αγριάνθρωπος

a person who is not socialized

No synonyms found.

No antonyms found.

wild madder => Ριζάρι το βαφικό, wild lupine => Άγριο λουπίνι, wild liquorice => Άγρια γλυκόριζα, wild lily of the valley => Αγριόκρινο της κοιλάδας, wild licorice => γλυκόριζα η άγρια,