Greek Meaning of whitewasher
ασβεστοποιός
Other Greek words related to ασβεστοποιός
- δικαιολογία
- Εξηγώ
- συγχωρώ
- δικαιολογώ
- παραβλέπω
- συγχώρεση
- κλείνω το μάτι (σε)
- βούρτσισμα (προς τα πλάγια ή προς τα έξω)
- ανέχομαι
- έκπτωση
- αδιαφορία
- συγχώρεσε και ξέχνα
- παραβλέπω
- γέφυρα
- καλύπτω
- προσπερνώ
- αποστείλω
- αδιάφορος
- κλείνω το μάτι (προς)
- απαλλάσσω
- απαλλάσσω
- σαφής
- κλείνω τα μάτια μου ...
- απαλλάσσω
- απαλλάσσειν
- αγνοώ
- ορθολογοποιώ
- δικαιώνω
- απαλλάσσω
- κάνω σινιάλο (παραμέρισε)
Nearest Words of whitewasher
- whitewashed => Ασβεστωμένη
- whitewash => ασβεστώνω
- whitewall => Λευκός τοίχος
- white-topped aster => Άσπρη αστερία
- whitetop => Αρμυρίθρα
- white-tipped shark => Καρχαρίας λευκής άκρης
- whitetip shark => Καρχαρίας με άσπρη μύτη
- white-tie => λευκό δεσμό
- white-throated sparrow => Λευκολαίμης σπουργίτης
- whitethroat => Κιρκινέζι
Definitions and Meaning of whitewasher in English
whitewasher (n.)
One who whitewashes.
FAQs About the word whitewasher
ασβεστοποιός
One who whitewashes.
δικαιολογία,Εξηγώ,συγχωρώ,δικαιολογώ,παραβλέπω,συγχώρεση,κλείνω το μάτι (σε),βούρτσισμα (προς τα πλάγια ή προς τα έξω),ανέχομαι,έκπτωση
Σήμα,μυαλό,σημείωση,εναντιώνω,Προσέχω
whitewashed => Ασβεστωμένη, whitewash => ασβεστώνω, whitewall => Λευκός τοίχος, white-topped aster => Άσπρη αστερία, whitetop => Αρμυρίθρα,