Greek Meaning of vertebra
Σπόνδυλος
Other Greek words related to Σπόνδυλος
Nearest Words of vertebra
- vertebrae => Σπόνδυλοι
- vertebral => σπονδυλικός
- vertebral arch => Σπονδυλικός τόξο
- vertebral artery => σπονδυλική αρτηρία
- vertebral canal => Σπονδυλικός σωλήνας
- vertebral column => Σπονδυλική στήλη
- vertebral vein => Σπονδυλική φλέβα
- vertebrally => σπονδυλικά
- vertebrarterial => σπονδυλοβασική αρτηρία
- vertebrata => σπονδυλωτά
Definitions and Meaning of vertebra in English
vertebra (n)
one of the bony segments of the spinal column
vertebra (n.)
One of the serial segments of the spinal column.
One of the central ossicles in each joint of the arms of an ophiuran.
FAQs About the word vertebra
Σπόνδυλος
one of the bony segments of the spinal columnOne of the serial segments of the spinal column., One of the central ossicles in each joint of the arms of an ophiu
Επιστροφή,Ο νωτιαίος μυελός,σπονδυλική στήλη,σπονδυλική στήλη,Σπονδυλική στήλη,σπονδυλική στήλη,κινέζικο
No antonyms found.
verteber => Σπόνδυλος, vert => Πράσινος, versute => πονηρός, versus => εναντίον, versual => οπτικός,