Greek Meaning of unsaved
μη αποθηκευμένο
Other Greek words related to μη αποθηκευμένο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of unsaved
- unsaturation => Ακορεσμός
- unsaturated fatty acid => ακόρεστο λιπαρό οξύ
- unsaturated => ακόρεστο
- unsatisfying => μη ικανοποιητικός
- unsatisfied => δυσαρεστημένος
- unsatisfiable => δυσαρέσκεια
- unsatisfactory => ανικανοποίητος
- unsatisfactoriness => δυσαρέσκεια
- unsatisfactorily => ανικανοποιητικά
- unsatisfaction => δυσαρέσκεια
Definitions and Meaning of unsaved in English
unsaved (s)
in danger of the eternal punishment of Hell
FAQs About the word unsaved
μη αποθηκευμένο
in danger of the eternal punishment of Hell
No synonyms found.
No antonyms found.
unsaturation => Ακορεσμός, unsaturated fatty acid => ακόρεστο λιπαρό οξύ, unsaturated => ακόρεστο, unsatisfying => μη ικανοποιητικός, unsatisfied => δυσαρεστημένος,