FAQs About the word tufty

φουντωτός

Abounding with tufts., Growing in tufts or clusters.

λόφος,λόφος,βουνό,παρασύρειν,στοίβα,μάζα,Στοίβα,μπάρα,αντιστήριγμα,Αμμόγλωσσα

No antonyms found.

tufting => τουφτάρισμα, tufthunting => κυνήγι φουντών, tufthunter => κυνηγός φουντών, tufted vetch => Κριθαρί σπερνό, tufted titmouse => Παρια σταχτοκέφαλη,