FAQs About the word traveling salesman

Ταξιδιώτης Πωλητής

a salesman who travels to call on customers

No synonyms found.

No antonyms found.

traveling bag => ταξιδιωτική τσάντα, traveling => ταξίδι, traveler's tree => δέντρο του ταξιδιώτη, traveler's letter of credit => Ταξιδιωτική επιστολή πίστωσης, traveler's joy => Κληματίτης ο κοινός,