Greek Meaning of translucency

διαφάνεια

Other Greek words related to διαφάνεια

Definitions and Meaning of translucency in English

Wordnet

translucency (n)

the quality of allowing light to pass diffusely

Webster

translucency (n.)

The quality or state of being translucent; clearness; partial transparency.

FAQs About the word translucency

διαφάνεια

the quality of allowing light to pass diffuselyThe quality or state of being translucent; clearness; partial transparency.

φωτεινότητα,σαφήνεια,διαφάνεια,Λάμψη,σαφήνεια,Ορισμός,διαύγεια,διαφάνεια,Διαφάνεια,λάμψη

νεφοσκεπής,αδιαφάνεια,αδιαφάνεια,θολούρα,Θολότητα,γαλακτωματικότητα,θολότητα,Ομίχλη,Θολούρα,Θολότης

translucence => Διαφάνεια, translocation => Μετατόπιση, translocate => μετατοπίζω, transliteration => μεταγραφή, transliterate => μεταγραμματισμός,