Greek Meaning of transferrible
μεταβιβάσιμο
Other Greek words related to μεταβιβάσιμο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of transferrible
- transferrer => μεταβιβαστής
- transferrence => μεταφορά
- transferred property => μεταφερόμενη περιουσία
- transferred possession => μεταβιβαζόμενη κατοχή
- transferred => μεταφερμένο
- transferral => μεταφορά
- transferrable => μεταβιβάσιμο
- transferor => μεταβιβάζων
- transferography => Μεταφερικότητα
- transferer => μεταφορά
- transferrin => τρανσφερίνη
- transferring => μεταφορά
- transfigurate => μεταμορφώνω
- transfiguratien => Μεταμορφώσεις
- transfiguration => Μεταμόρφωση
- transfiguration day => Μεταμόρφωση του Σωτήρος
- transfiguration of jesus => Η Μεταμόρφωση του Ιησού Χριστού
- transfigure => μεταμορφώνω
- transfigured => Μεταμορφωμένος
- transfiguring => μεταμορφωτικός
Definitions and Meaning of transferrible in English
transferrible (a.)
Capable of being transferred; transferable.
FAQs About the word transferrible
μεταβιβάσιμο
Capable of being transferred; transferable.
No synonyms found.
No antonyms found.
transferrer => μεταβιβαστής, transferrence => μεταφορά, transferred property => μεταφερόμενη περιουσία, transferred possession => μεταβιβαζόμενη κατοχή, transferred => μεταφερμένο,