Greek Meaning of transactor
μεταβιβαστής
Other Greek words related to μεταβιβαστής
Nearest Words of transactor
- trans-alaska pipeline => Αγωγός Trans-Alaska
- transalpine => διααλπικός
- transaminase => Τρανσαμινάση
- transaminate => τρανσαμίνωση
- transamination => transaminación
- transanimate => μεταφέρνω
- transanimated => Μετακινούμενος
- transanimating => Μετακινούμενο
- transanimation => Μεταμίνωση
- transatlantic => υπερατλαντικός
Definitions and Meaning of transactor in English
transactor (n)
someone who conducts or carries on business or negotiations
transactor (n.)
One who transacts, performs, or conducts any business.
FAQs About the word transactor
μεταβιβαστής
someone who conducts or carries on business or negotiationsOne who transacts, performs, or conducts any business.
ανταλλαγή,αγοράζω,συμφωνία,Διαπραγματεύομαι,αγορά (agora),πουλάω,καλή αγορά,Ανταλλαγή,Εμπόριο αλόγων,εμπορεύματα
No antonyms found.
transactions => συναλλαγές, transactional immunity => Ανοσία συναλλαγής, transaction file => Αρχείο συναλλαγών, transaction => συναλλαγή, transactinide => Τρανσακτινίδιο,