Greek Meaning of tracked vehicle
Όχημα ερπυστριοφόρο
Other Greek words related to Όχημα ερπυστριοφόρο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of tracked vehicle
- tracker => ερπύστρια
- tracking => ιχνηλάτηση
- tracklayer => Ερπυστριοφόρος
- trackless => Αόρατος
- trackless trolley => Τρόλεϊ
- trackman => τροχονόμος
- trackmaster => Επιτηρητής γραμμής
- track-road => Σιδηροδρομική γραμμή-δρόμος
- trackscout => ανιχνευτής ραδών
- track-to-track seek time => Χρόνος αναζήτησης από τραγούδι σε τραγούδι
Definitions and Meaning of tracked vehicle in English
tracked vehicle (n)
a self-propelled vehicle that moves on tracks
FAQs About the word tracked vehicle
Όχημα ερπυστριοφόρο
a self-propelled vehicle that moves on tracks
No synonyms found.
No antonyms found.
tracked => παρακολουθούνται, trackball => Ιστιοπλοΐα, trackage => η διπλή γραμμή, trackable => ανιχνεύσιμος, track star => αστέρι του στίβου,