Greek Meaning of tracheocele
Τραχηοκήλη
Other Greek words related to Τραχηοκήλη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of tracheocele
- tracheobronchitis => τραχειοβρογχίτιδα
- tracheobronchial => τραχειοβρογχικός
- tracheobranchlae => Τραχειοβράγχια
- tracheobranchia => τραχειόβραγχα
- trachenchyma => Τραχεία χόνδρος
- trachelospermum jasminoides => Τραχελόσπερμο το γιασεμινοειδές
- trachelospermum => Τραχελοσπέρμουμ
- trachelorrhaphy => Τραχηλορραφεία
- trachelipodous => trachelipods
- trachelipoda => Γαστερόποδες
- tracheophonae => τα πνευστά όργανα
- tracheophyta => Τραχειόφυτα
- tracheophyte => Τραχειόφυτα
- tracheoscopy => Τραχειοσκόπηση
- tracheostomy => Τραχειοτομή
- tracheotomy => Τραχειοτομία
- trachinoid => Τραχινόμορφα
- trachinotus => Τραχύνοτος
- trachinotus carolinus => Καρολίνι
- trachinotus falcatus => Τραχινότουρος
Definitions and Meaning of tracheocele in English
tracheocele (n.)
Goiter.
A tumor containing air and communicating with the trachea.
FAQs About the word tracheocele
Τραχηοκήλη
Goiter., A tumor containing air and communicating with the trachea.
No synonyms found.
No antonyms found.
tracheobronchitis => τραχειοβρογχίτιδα, tracheobronchial => τραχειοβρογχικός, tracheobranchlae => Τραχειοβράγχια, tracheobranchia => τραχειόβραγχα, trachenchyma => Τραχεία χόνδρος,