Greek Meaning of thenceforward
έκτοτε
Other Greek words related to έκτοτε
Nearest Words of thenceforward
Definitions and Meaning of thenceforward in English
thenceforward (adv.)
From that time onward; thenceforth.
FAQs About the word thenceforward
έκτοτε
From that time onward; thenceforth.
έπειτα,εξής,από εδώ και στο εξής,Εφεξής,κατόπιν,μετά,εφεξής,αργότερα,επακόλουθα,τότε
πριν,παλαιότερα,μέχρι τώρα,προηγουμένως,ακόμη,μέχρι τώρα,μέχρι τώρα,μέχρι τότε,μέχρι τώρα
thenceforth => Εφεξής, thence => επομένως, thenardite => θεναρδίτης, thenar => Θένωρ, thenal => Θέναρ,