FAQs About the word theatricals

Θέατρο

Dramatic performances; especially, those produced by amateurs.

Δράμα,στάδιο,θέατρο,θέατρο,Υποκριτική,Δραματικός,ψυχαγωγία,παραγωγή,θεατρικότητα,Διασκέδαση

No antonyms found.

theatrically => θεατρικά, theatricality => θεατρικότητα, theatrical season => θεατρική σεζόν, theatrical role => θεατρικός ρόλος, theatrical production => θεατρική παραγωγή,