Greek Meaning of textrine
τεξτρίνη
Other Greek words related to τεξτρίνη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of textrine
- textorial => Κειμενικό
- textmen => κειμενάδες
- text-matching => Αντιστοίχιση κειμένου
- textman => συντάκτης κειμένου
- textile screw pine => Pandanus textilis
- textile mill => κλωστοϋφαντουργείο
- textile machine => Υφαντική μηχανή
- textile => Υφάσματα
- text-hand => Κείμενο εγχειρίδιο
- text-book => Σχολικό βιβλίο
Definitions and Meaning of textrine in English
textrine (a.)
Of or pertaining to weaving, textorial; as, the textrine art.
FAQs About the word textrine
τεξτρίνη
Of or pertaining to weaving, textorial; as, the textrine art.
No synonyms found.
No antonyms found.
textorial => Κειμενικό, textmen => κειμενάδες, text-matching => Αντιστοίχιση κειμένου, textman => συντάκτης κειμένου, textile screw pine => Pandanus textilis,