FAQs About the word tenancy

μίσθωση

an act of being a tenant or occupantA holding, or a mode of holding, an estate; tenure; the temporary possession of what belongs to another., A house for habita

κατοχή,επάγγελμα,ιδιοκτησία,διαμονή,ενοικιαστές,κατοικία,κατοχή,ιδιοκτησία,παράβαση

στέρηση,Έκρηξη,έξωση,κενή θέση,διακοπές,εκκένωση

tenaillon => Τεναγλία, tenaille => τεναλία, tenacy => Επιμονή, tenaculums => Αιμοστατικές λαβίδες, tenaculum => τενάκλο (tenáklo),