Greek Meaning of temporal muscle
Κροταφικός μυς
Other Greek words related to Κροταφικός μυς
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of temporal muscle
- temporal lobe epilepsy => Κροταφική επιληψία
- temporal lobe => Κροταφικός λοβός
- temporal gyrus => Κροταφικός λοβός
- temporal cortex => Κροταφικός λοβός
- temporal canthus => έξω κανθός
- temporal bone => Κροταφικός οστός
- temporal artery => Κροταφική αρτηρία
- temporal arteritis => Κροταφική αρτηρίτιδα
- temporal arrangement => Χρονική διάταξη
- temporal => κροταφικός
- temporal order => Χρονική σειρά
- temporal property => Προσωρινή ιδιότητα
- temporal relation => Χρονική σχέση
- temporal role => Χρονικός ρόλος
- temporalis => Κροταφικός μυς
- temporalis muscle => Κροταφικός μυς
- temporalities => κοσμικά
- temporality => χρονικότητα
- temporally => προσωρινά
- temporalness => χρονικότητα
Definitions and Meaning of temporal muscle in English
temporal muscle (n)
muscle extending from the temporal fossa to the coronoid process of the mandible; acts to raise the mandible and close the jaws
FAQs About the word temporal muscle
Κροταφικός μυς
muscle extending from the temporal fossa to the coronoid process of the mandible; acts to raise the mandible and close the jaws
No synonyms found.
No antonyms found.
temporal lobe epilepsy => Κροταφική επιληψία, temporal lobe => Κροταφικός λοβός, temporal gyrus => Κροταφικός λοβός, temporal cortex => Κροταφικός λοβός, temporal canthus => έξω κανθός,