FAQs About the word suture

Ράμμα

an immovable joint (especially between the bones of the skull), a seam used in surgery, thread of catgut or silk or wire used by surgeons to stitch tissues toge

Μπόντα,τσιρότο,Επισκευή,ράβω,Περιχύνω,Κέντημα σταυροβελονιάς,σταυροβελονιά,Darn,ευκολία,κεντώ

ξήλωμα

sutural bone => Ραφιαίο οστούν, sutura sagittalis => Τοξοειδής ραφή, sutura lamboidea => Λαμβδοειδές ράμμα, sutura internasalis => Ραφή internasalis, sutura intermaxillaris => Ραφή ιντερμαξιλλαρία,