Greek Meaning of succubi
succubi
Other Greek words related to succubi
- τζιν
- τζίνι
- τζίνι
- Ίνκουμπους
- εφιάλτες
- βαμπίρ
- τζίνι
- Ίνκουμπους
- τζίνι
- πνεύματα
- Δαίμονες
- δαίμονες
- νάνοι
- Τζίνι
- γιούργια
- μάγισσες
- δαιμóνια
- τζίν
- λᾶνες
- λάμια
- φαντάσματα
- poltergeist
- σκιές
- φαντάσματα
- φαντάσματα
- φαντάσματα
- μπόγκις
- μπόγκι
- νάνοι
- ξωτικά
- νεράιδες
- νεράιδες
- Σκιές
- σπράιτ
- πνεύμα
- αφρίτ
- Φαντάσματα
- banshees
- Μπράουνις
- φόβητρα
- Κακοδαίμονες
- διάβολοι
- Νεράιδες
- Γνωστοί δαίμονες
- φίλοι
- φαντάσματα
- νεράιδες
- δαίμονες
- φαντάσματα
- φαντάσματα
- σκαντζόχοιροι
- γκόμπλιν
- γκρέμλινς
- χόμπγκομπλιν
- κόμπολντ
- σκαντζόχοιροι
- τέρατα
- όγκροι
- Φαντάσματα
- πούκ
- διάβολοι
- Φαντάσματα
- τα troll
- οράματα
Nearest Words of succubi
Definitions and Meaning of succubi in English
succubi
a demon assuming female form to have sexual intercourse with men in their sleep compare incubus, an imaginary demon assuming female form and formerly held to have sexual intercourse with men in their sleep compare incubus sense 1
FAQs About the word succubi
Definition not available
a demon assuming female form to have sexual intercourse with men in their sleep compare incubus, an imaginary demon assuming female form and formerly held to
τζιν,τζίνι,τζίνι,Ίνκουμπους,εφιάλτες,βαμπίρ,Ίνκουμπους,τζίνι,πνεύματα,Δαίμονες
άγγελοι
succors => βοήθεια, succoring => βοηθώντας, succored => βοήθησε, successors => διάδοχοι, successions => διαδοχές,