Greek Meaning of street person
Άστεγος
Other Greek words related to Άστεγος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of street person
- street name => Όνομα οδού
- street lamp => Φανάρι δρόμου
- street girl => Παιδί του δρόμου
- street fighter => Street fighter
- street credibility => Εγκυρότητα στον δρόμο
- street cred => Πιστοληπτική ικανότητα στο δρόμο
- street corner => Γωνία δρόμου
- street clothes => ρούχα του δρόμου
- street cleaner => Καθαριστής δρόμων
- street child => παιδι του δρομου
- street sign => Πινακίδα σήμανσης
- street smart => Έξυπνος στον δρόμο
- street smarts => Γνώσεις δρόμου
- street sweeper => Σκουπιδομανός
- street theater => Θέατρο δρόμου
- street urchin => αλήτης
- streetcar => τραμ
- streetcar track => Γραμμές τραμ
- streetlight => φανάρι δρόμου
- streetwalk => τριγύρνα στους δρόμους
Definitions and Meaning of street person in English
street person (n)
someone who sleeps in any convenient place
FAQs About the word street person
Άστεγος
someone who sleeps in any convenient place
No synonyms found.
No antonyms found.
street name => Όνομα οδού, street lamp => Φανάρι δρόμου, street girl => Παιδί του δρόμου, street fighter => Street fighter, street credibility => Εγκυρότητα στον δρόμο,