Greek Meaning of stratigraphy
Στρατιγραφία
Other Greek words related to Στρατιγραφία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of stratigraphy
- stratify => στρατοποιώ
- stratified sampling => στρωματοποιημένη δειγματοληψία
- stratified sample => στρωματοποιημένο δείγμα
- stratified language => Στρωματοποιημένη γλώσσα
- stratified => στρωματογραφικός
- stratification => στρωματοποίηση
- stratford-upon-avon => Στράτφορντ-απόν-Άβο
- stratford-on-avon => Στράτφορντ-απόν-Έιβον
- strategy => στρατηγική
- strategist => στρατηγός
- strato-cirrus => Κιρροστρώματα
- stratocracy => στρατοκρατία
- strato-cumulus => Στρωματοσωρείτες
- stratosphere => Στρατόσφαιρα
- stratum => στρώμα
- stratum basale => Βασική στιβάδα
- stratum corneum => Στρώμα κέρατος
- stratum germinativum => Στρώμα εμβρυϊκών κυττάρων
- stratum granulosum => Στρώμα κοκκοσωματίων
- stratum lucidum => stratum lucidum
Definitions and Meaning of stratigraphy in English
stratigraphy (n)
the branch of geology that studies the arrangement and succession of strata
FAQs About the word stratigraphy
Στρατιγραφία
the branch of geology that studies the arrangement and succession of strata
No synonyms found.
No antonyms found.
stratify => στρατοποιώ, stratified sampling => στρωματοποιημένη δειγματοληψία, stratified sample => στρωματοποιημένο δείγμα, stratified language => Στρωματοποιημένη γλώσσα, stratified => στρωματογραφικός,