FAQs About the word steelworker

Σιδεράς

a worker engaged in making steel

No synonyms found.

No antonyms found.

steel-wool pad => Σφουγγάρι από χάλυβα, steel-plated => Χαλυβδιούchos, steelman => άνθρωπος από σίδερο, steelmaker => χαλυβουργία, steele => χάλυβας,