Greek Meaning of stallions
επιβήτορες
Other Greek words related to επιβήτορες
- πουλάρια
- άλογα
- πουλαδάκια
- πουλάρια
- Γελάδια
- θήλυ άλογο
- άλογα
- βρόγχοι
- Ίπποι
- στήριξης<br>
- Μουστάνγκ
- γκρινιάζει
- πόνυ
- άλογα κούρσας
- κόλποι
- Μπρόνκος
- δέρματα από δάμαλα
- φορτιστές
- Κάστανα
- στάχυα
- δρομείς
- αγελαδινά πόνυ
- κόβοντας ίππους
- παροτρύνσεις
- Αλογάκια
- αμαξάκια
- χάκς
- υποζύγια
- παλομίνο
- κουκίδες
- χορευτές
- Άλογα τέταρτου μιλίου
- Ρουάν
- άλογα σέλας
- πατίνια
- Ξινολάπαθο
- πατσάς
- Πολεμικά άλογα
- άλογα εργασίας
Nearest Words of stallions
Definitions and Meaning of stallions in English
stallions
a male horse, an uncastrated male horse, one kept especially for breeding, a male animal (such as a dog or a sheep) kept primarily as a stud
FAQs About the word stallions
επιβήτορες
a male horse, an uncastrated male horse, one kept especially for breeding, a male animal (such as a dog or a sheep) kept primarily as a stud
πουλάρια,άλογα,πουλαδάκια,πουλάρια,Γελάδια,θήλυ άλογο,άλογα,βρόγχοι,Ίπποι,στήριξης<br>
No antonyms found.
stalled => σβησμένος, stalky => ψηλός/-ή, stalking horse => Άλογο κάλυψης, stalemates => πατ, stalag => Στάλαγκ,