FAQs About the word sleep out

Διανυκτέρευση σε ύπαιθρο

work in a house where one does not live

κρεβάτι (κάτω),Κατασκήνωση (έξω),σκηνή,καταυλισμός,Κατασκηνώνω

No antonyms found.

sleep off => να κοιμηθείς και να ξεσκάσεις, sleep late => Κοιμάται αργά, sleep in => Κοιμάμαι μέσα, sleep disorder => διαταραχή ύπνου, sleep deprivation => στέρηση ύπνου,