Greek Meaning of showpiece
αριστούργημα
Other Greek words related to αριστούργημα
Nearest Words of showpiece
- showplace => εκθετήριο
- showroom => Εκθεσιακός χώρος
- showstopper => εντυπωσιακός
- show-stopper => Εντυπωσιακή
- showtime => Ώρα παράστασης
- showy => επιδεικτικός
- showy daisy => Εντυπωσιακή μαργαρίτα
- showy goldenrod => Χρυσοράβδι
- showy lady slipper => Επιδεικτικό γυναικείο παντόφλι
- showy lady's-slipper => κυπριανό γοβάκι
Definitions and Meaning of showpiece in English
showpiece (n)
the outstanding item (the prize piece or main exhibit) in a collection
FAQs About the word showpiece
αριστούργημα
the outstanding item (the prize piece or main exhibit) in a collection
Πολύτιμος λίθος,Επισημαίνω,Κόσμημα,αριστούργημα,βραβείο,θησαυρός,νικητής,έλξη,blockbuster,κλασικός
καταστροφή,καταστροφή,Ελάττωμα,καταστροφή,αποτυχία,φιάσκο,αποτυχία,Γαλοπούλα,αποπλύνετε,ατέλεια
show-off => επιδειξίας, shown => εμφανιζόμενο, showmen => Θεατρίνοι, showmanship => ντεμέκ, showman => σόουμαν,