Greek Meaning of short temper
ευερεθιστότητα
Other Greek words related to ευερεθιστότητα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of short temper
- short subject => Μικρού μήκους ταινία
- short story => διήγημα
- short sleep => βραχύς ύπνος
- short shrift => σύντομη διεκπεραίωση
- short selling => Πώληση Μικρής Διαρκείας
- short saphenous vein => μικρή σαφηνής φλέβα
- short sale => Μικρή πώληση
- short ribs => κοντές πλευρές
- short pants => Βερμούδα
- short order => σύντομη παραγγελία
Definitions and Meaning of short temper in English
short temper (n)
a feeling of resentful anger
FAQs About the word short temper
ευερεθιστότητα
a feeling of resentful anger
No synonyms found.
No antonyms found.
short subject => Μικρού μήκους ταινία, short story => διήγημα, short sleep => βραχύς ύπνος, short shrift => σύντομη διεκπεραίωση, short selling => Πώληση Μικρής Διαρκείας,