FAQs About the word seditionary

στασιαστικός

An inciter or promoter of sedition.

No synonyms found.

No antonyms found.

sedition => στασιασμός, sedimentation rate => Ρυθμός καθίζησης, sedimentation => Ιζηματογένεση, sedimentary rock => Ιζηματογενή πετρώματα, sedimentary clay => Ιζηματογενής άργιλος,