Greek Meaning of scheele
Σιέλε
Other Greek words related to Σιέλε
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of scheele
- scheduling => προγραμματισμός
- scheduler => προγραμματιστής
- scheduled territories => προγραμματισμένα εδάφη
- scheduled maintenance => Προγραμματισμένη συντήρηση
- scheduled fire => Προγραμματισμένη πυρκαγιά
- scheduled => προγραμματισμένο
- schedule feeding => Προγραμματισμένη σίτιση
- schedule => χρονοδιάγραμμα
- schediasm => σκίτσα
- schatchen => Προξενέτης
Definitions and Meaning of scheele in English
scheele (n)
Swedish chemist (born in Germany) who discovered oxygen before Priestley did (1742-1786)
FAQs About the word scheele
Σιέλε
Swedish chemist (born in Germany) who discovered oxygen before Priestley did (1742-1786)
No synonyms found.
No antonyms found.
scheduling => προγραμματισμός, scheduler => προγραμματιστής, scheduled territories => προγραμματισμένα εδάφη, scheduled maintenance => Προγραμματισμένη συντήρηση, scheduled fire => Προγραμματισμένη πυρκαγιά,